Κυριακή 20 Μαΐου 2018

Σερ (Cher)



Η Σερ (Cher) (Cherilyn Sarkisian, 20 Μαΐου 1946) είναι Αμερικανίδα τραγουδίστρια, ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός. Είναι γνωστή ως η Θεά της ποπ και έχει κερδίσει πολλά  βραβεία όπως Όσκαρ, Grammy, Emmy,  Χρυσές Σφαίρες, βραβείο του φεστιβάλ των Καννών και ένα People's Choice Award για το έργο της στην μουσική, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο.

Οι πωλήσεις των δίσκων της αγγίζουν τα 100 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως ως solo καλλιτέχνης. Ξεκίνησε την καριέρα της το 1963 στο πλευρό του Sonny Bono. Έπειτα από μεγάλες δισκογραφικές και τηλεοπτικές επιτυχίες που έκαναν ως Sonny & Cher, τη δεκαετία του 70 έγινε τηλεοπτική ντίβα, παρουσιάζοντας πολύ επιτυχημένα ψυχαγωγικά σόου που άφησαν εποχή! Ως solo τραγουδίστρια πλέον εκείνη την περίοδο, κατόρθωσε τρία single της να γίνουν No 1 στο Billboard chart. Την δεκαετία του 1980 ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την καριέρα της στην υποκριτική. Κέρδισε πολλά βραβεία, συμμετείχε σε ταινίες με εξαιρετικές κριτικές και το 1986 κέρδισε το βραβείο Όσκαρ A' Γυναικείου Ρόλου για τη ταινία "Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού". Την δεκαετία του 1990 έπειτα από μια "χλιαρή περίοδο" στην καριέρα της, κυκλοφόρησε το 1998 το άλμπουμ Believe το οποίο πούλησε περισσότερα από 20 εκατομμύρια αντίτυπα, ενώ το ομώνυμο single μπήκε στη λίστα με τα 30 πιο εμβληματικά και εμπορικά επιτυχημένα singles όλων των εποχών. Μάλιστα με αυτό το single κατάφερε να γίνει η μοναδική καλλιτέχνης με χρονική διαφορά 33 ετών ανάμεσα στο πρώτο και το τελευταίο #1 single της στο Hot 100 Chart της Αμερικής. Επιπλέον είναι η μοναδική καλλιτέχνης με Top 10 επιτυχίες στο Billboard Chart των Ηνωμένων Πολιτειών σε κάθε μία από τις προηγούμενες 6 δεκαετίες (60s, 70s, 80s, 90s, 00s, 2010s).

Η καριέρα της έχει εγκωμιαστεί από τους περισσότερους καλλιτέχνες ιδίως όσον αφορά τη διάρκειά της αλλά και την ικανότητά της να προσαρμόζεται πάντα στα μουσικά δρώμενα της εποχής και να είναι επίκαιρη. Επιπλέον θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα fashion icons που έχουν υπάρξει για τις πάντα εκκεντρικές εμφανίσεις της, τις στυλιστικές επιλογές της και το ιδιότυπο στυλ της.

Η Σερ γεννήθηκε στο Ελ Σέντρο, της Καλιφόρνια στις 20/05/1947. Ο πατέρας της, John Sarkisian, ήταν πρόσφυγας από της Αρμενία και εργαζόταν ως οδηγός φορτηγών. Η μητέρα της, ηθοποιός και μοντέλο, έχει Γαλλοβρετανική καταγωγή. Οι γονείς της Σερ πήραν διαζύγιο όταν αυτή ήταν μικρή σε ηλικία και τα πρώτα χρόνια της μεγάλωσε με τη μητέρα της, που στη συνέχεια παντρεύτηκε τον Gilbert LaPierre, έναν τραπεζίτη που υιοθέτησε τη Σερ. 

Ξεκίνησε να τραγουδά back up vocals κυρίως σε δίσκους που την παραγωγή αναλάμβανε ο Phil Spector. Το ρομαντικό ειδύλλιο και ο γάμος που έκανε με τον Sonny Bono (τον οποίο γνώρισε σε στούντιο ηχογραφήσεων) έδωσε ώθηση και στην καριέρα της. Το ντουέτο Sonny-Cher ηχογράφησε τα πρώτα του τραγούδια χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Caesar & Cleo. Αργότερα το δίδυμο έγινε γνωστό σαν Sonny And Cher. Εκείνη την εποχή η Cher είχε ξεκινήσει και σόλο καριέρα χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Bonnie Jo Mason και τραγουδώντας το "Ringo I Love You", έναν ύμνο για το μέλος των Beatles, Ringo Starr. Είχε στο ενεργητικό της κάμποσα singles που γνώρισαν επιτυχία, συμπεριλαμβανομένης της διασκευής στο τραγούδι των Byrds "All I Really Want To Do" το οποίο το καλοκαίρι του 1965 πήγε μέχρι το Νο 15 στην Αμερική και το Νο 9 στην Αγγλία. Τον Μάρτιο του 1966 η Cher κυκλοφόρησε το "Bang Bang (My Baby Shot Me Down)" γνωρίζοντας επιτυχία σε ολόκληρο τον κόσμο και φτάνοντας μέχρι το Νο 2 στην Αμερική και το Νο 3 στην Αγγλία. Για ένα διάστημα καταπιάστηκε με τέτοια τραγούδια όπως τα "I Feel Something In The Air" και "You Better Sit Down Kids" βάζοντας σε δεύτερη μοίρα το ρόλο της ηθοποιού παρόλο που το σινεμά ήταν η πρώτη και η μεγαλύτερη αγάπη της. Ωστόσο το ότι έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στη δισκογραφία δεν σημαίνει ότι δεν εμφανίστηκε σε ορισμένα φιλμς. Έτσι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60, η Cher είχε ρόλους στις δύο όχι και τόσο γνωστές ταινίες, 'Good Times' (1967) και 'Chastity' (1969).

Μετά από σημαντική κάμψη στις πωλήσεις δίσκων και την παταγώδη αποτυχία της ταινίας "Chastity" την οποία έγραψε ο Μπόνο και πρωταγωνιστούσε η Σερ, το ζευγάρι πέρασε μια περίοδο κρίσης, σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο. Διάφορα χρέη που οφείλονταν σε αποτυχημένες καλλιτεχνικές απόπειρες ανάγκασαν το ζευγάρι να παίζει σε καζίνο, νυχτερινά κέντρα και μικρά θέατρα ένα δικό τους κωμικό νούμερο, όπου η Σερ τραγουδούσε και έπαιζαν κάποια κωμικά σκετς. Σε κάποια από αυτές τις εμφανίσεις τους εντόπισαν κάποιοι υπεύθυνοι τηλεοπτικών παραγωγών που ενδιαφέρθηκαν για το ντουέτο και τους ζήτησαν να περάσουν από ακρόαση. Η ακρόαση ήταν επιτυχής και το ζευγάρι σύντομα απέκτησε τη δική του τηλεοπτική εκπομπή στο κανάλι CBS. "The Sonny & Cher Comedy Hour" αρχικά προβλήθηκε προσωρινά το καλοκαίρι του 1971, μετά όμως από πολύ υψηλή τηλεθέαση έγινε μόνιμο. Για 3 χρόνια η εκπομπή ήταν από τις πιο πετυχημένες του είδους και έδωσε την ευκαιρία στο ζευγάρι να αναδείξει το ταλέντο τους στο τραγούδι, την κωμωδία και την παρουσίαση. Κλασικές είναι οι εντυπωσιακές εμφανίσεις της Σερ με κοστούμια του Bob Mackie, ο οποίος συνεργάζεται μαζί της μέχρι σήμερα. Η μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία έδωσε μια προσωρινή ώθηση στην μουσική καριέρα της Σερ, η οποία την περίοδο 1971-1974 κυκλοφόρησε μερικούς σόλο δίσκους με εμπορική επιτυχία. Το 1971 υπέγραψαν με την Kapp Records και αμέσως κυκλοφόρησαν το single "Classified 1A" το οποίο είχε πολιτικό περιεχόμενο, ευθεία κριτική στον πόλεμο του Βιετναμ. Το τραγούδι απορρίφθηκε από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ως αντιεμπορικό. Στη συνέχεια ο Snuff Garrett έγραψε και έκανε την παραγωγή της επόμενης σόλο προσπάθειας της Σερ με τίτλο: "Gypsys, Tramps & Thieves" το οποίο έγινε Νο 1 στα US pop charts. Το ομώνυμο άλμπουμ κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 1971 και σημείωσε αξιόλογες πωλήσεις. Ένα ακόμα τραγούδι από το άλμπουμ ήταν το "The way of love", μια μπαλάντα που ανέδειξε τις φωνητικές της ικανότητες. Το 1972 κυκλοφόρησε το "Foxy Lady" το οποίο έλαβε καλές κριτικές αλλά σημείωσε μέτρια εμπορική επιτυχία. Το 1973, μετά από επίμονες προσπάθειες του Μπόνο, κυκλοφόρησε το επόμενο σόλο άλμπουμ της Σερ, "Bittersweet White Light" το οποίο απέτυχε να μπεί στα charts. "Half breed" λεγόταν το επόμενο σόλο άλμπουμ που έγινε γρήγορα χρυσό, από το οποίο κυκλοφόρησε το ομώνυμο single με τεράστια εμπορική επιτυχία και έγινε το επόμενο Νο 1 single στα US pop charts.

Το 1974 η επιτυχία συνεχίστηκε με το single "Dark Lady" και το ομώνυμο άλμπουμ. To single έγινε Νο 1 στα US pop charts, καθιερώνοντας τη Σερ ως μια από τις πιο εμπορικές τραγουδίστριες της δεκαετίας του 70.

Ήδη, από το 1972 ο γάμος του ζευγαριού είχε τελειώσει, παρ' όλα αυτά συνέχισαν για 2 περίπου χρόνια να συνεργάζονται στην κοινή τους τηλεοπτική εκπομπή και στη δισκογραφία, στην οποία ο Μπόνο είχε και ρόλο μάνατζερ. Το Φεβρουάριο του 1974 κατατέθηκε αίτηση διαζυγίου το οποίο εκδόθηκε λίγους μήνες αργότερα. Την ίδια περίοδο η Σερ έκανε αγωγή στον πρώην σύζυγό της κερδίζοντας αποζημίωση για την άδικη εις βάρος της διαχείριση των εσόδων της από τον Μπόνο κατά τη διάρκεια του γάμου τους και την κηδεμονία της κόρης τους, Chastity.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου του διαζυγίου και της δικαστικής διαμάχης, η Σερ διατηρούσε δεσμό με τον μουσικό παραγωγό David Geffen ο οποίος ανέλαβε προσωρινά την προώθηση της καριέρας της. Από αυτή τη συνεργασία προέκυψε συμβόλαιο με τη Warner Bros, ύψους 2,5 εκ. δολαρίων και 2 singles, "A woman's story" και "Love like yours" τα οποία όμως δεν έκαναν επιτυχία. Η Cher κέρδισε Χρυσή Σφαίρα για την τηλεοπτική της εκπομπή The Sonny & Cher Comedy Hour, το 1974. Η ίδια συνέχισε μόνη της μετά το διαζύγιο με το show "Cher" το 1975, το οποίο είχε μεγάλη αποδοχή και υψηλές μετρήσεις. Σε αντίθεση, η προσπάθεια του Sonny Bono για δικό του show στην τηλεόραση αποδείχθηκε γρήγορα ανεπιτυχής και διακόπηκε μετά από 6 εβδομάδες. To show "Cher" διήρκεσε 6 μήνες και συνεχίστηκε πάλι με τη συμμετοχή του Bono ως "The Sonny and Cher Show", από τον Φεβρουάριο του 1976 μέχρι το καλοκαίρι του 1977. Στις 30 Ιουνίου του 1975 η Cher παντρεύτηκε τον μουσικό Gregg Allman των Allman Brothers Band. Ο γάμος ήταν επεισοδιακός, αφού μόνο 9 μέρες μετά η Cher κατέθεσε αίτηση διαζυγίου λόγω του εθισμού του Αllman σε ουσίες και αλκοόλ. Ωστόσο έγινε προσπάθεια επανασύνδεσης και έμειναν μαζί μέχρι το 1979. Από το γάμο προέκυψε ένα παιδί, ο Elijah Blue. Στη διάρκεια του γάμου τους το ζευγάρι συνεργάστηκε και καλλιτεχνικά, στο δίσκο "Two the Hard Way" ο οποίος πήρε πολύ κακές κριτικές και απέτυχε να πουλήσει.
Το 1975, μετά από παρότρυνση του David Geffen η Cher ηχογράφησε το επόμενο σόλο άλμπουμ "Stars",με το οποίο προσπάθησε να καθιερωθεί ως μια ροκ και όχι ποπ τραγουδίστρια. Δυστυχώς το άλμπουμ έλαβε κακές κριτικές και απέτυχε να μπει στα charts. Την ίδια πορεία είχαν και τα άλμπουμ "I'd Rather Believe in You" (1976) και "Cherished" (1977). Το 1978 έκανε το τηλεπτικό show "Cher... Special" και το 1979 το "Cher and Other Fantasies". Το 1978 άλλαξε επίσημα το όνομά της από "Cherilyn Sarkisian La Piere Bono Allman" σε Cher.

Μετά το δεύτερο διαζύγιό της και αντιμέτωπη με αρκετές δυσκολίες και υποχρεώσεις ως μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, αποφάσισε να εγκαταλείψει την προσπάθεια να καθιερωθεί στο χώρο της ροκ μουσικής και υπέγραψε με την εταιρία Casablanca records. Αν και επιφυλακτική να ασχοληθεί με τη ντίσκο μουσική, τελικά αποφάσισε να κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ με αυτό το ύφος και προέκυψε ο δίσκος "Take me Home", το 1979. Το ομώνυμο single "Take me Home" έγινε αμέσως χρυσή επιτυχία. Λίγους μήνες αργότερα, μέσα στο 1979, κυκλοφόρησε το δεύτερο και τελευταίο άλμπουμ στην εταιρία, το "Prisoner" το οποίο είχε επιρροές από τη ντίσκο και ροκ μουσική. Το εξώφυλλο του άλμπoυμ που έδειχνε τη Cher γυμνή και δεμένη σαν σκλάβα με αλυσίδες, απασχόλησε τον τύπο αφού θεωρήθηκε προσβλητικό από φεμινιστικές οργανώσεις. Παρά την επιτυχία του προηγούμενου δίσκου, το "Prisoner" σημείωσε μικρότερη εμπορική επιτυχία και το μόνο single που κυκλοφόρησε ήταν το "Hell on Wheels".

Το 1980, αμέσως μετά από την αποδέσμευσή της από τη δισκογραφική εταιρία Casablanca, η Cher με τον τότε εραστή της, τον κιθαρίστα Les Durek, δημιουργούν το ροκ συγκρότημα Black Rose. Η ίδια επέλεξε να μην εμφανίζεται το όνομά της σαν αρχηγός της μπάντας ώστε να μην επισκιάσει τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ. Παρά τις εμφανίσεις τους σε διάφορες τηλεοπτικές εκπομπές η μπάντα δεν κατάφερε να προκαλέσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ζωντανές εμφανίσεις σε μεγάλους χώρους. Το άλμπουμ "Black Rose" που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά έλαβε απογοητευτικές κριτικές και έγινε μεγάλη εμπορική αποτυχία. Τελικά το γκρουπ διαλύθηκε μετά από λίγους μήνες. Το 1982 η Cher μόνη της ξανά, υπέγραψε στην Columbia Records και κυκλοφόρησε το άλμπουμ "I paralyze" το οποίο παρά κάποιες καλές κριτικές, δεν σημείωσε αξιόλογη επιτυχία.

Μετά από τις δισκογραφικές της αποτυχίες, η Cher αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και αποφάσισε να λάβει μαθήματα υποκριτικής. Μετά από οντισιόν πήρε ένα ρόλο στην θεατρική παράσταση του Μπρόντγουεϊ "Come Back to the Five and Dime, Jimmy Dean, Jimmy Dean" η οποία το 1983 μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο, όπου συμμετείχε και πάλι με τον ίδιο ρόλο, τον οποίον διαδέχτηκε η συμμετοχή της στο "Silkwood" (1983), δίπλα στη Meryl Streep. Παρά την επιφυλακτική στάση του κοινού και των κριτικών για τις υποκριτικές της ικανότητες, πήρε την υποψηφιότητα για το βραβείο Academy Award (Όσκαρ)for Best Supporting Actress και κέρδισε το βραβείο Χρυσή Σφαίρα. Η Cher πρωταγωνίστησε επίσης στην ταινία "Mask" (1985)με την οποία κέρδισε βραβείο καλύτερης ερμηνείας στο φεστιβάλ των Καννών. Το 1987 πρωταγωνίστησε στις ταινίες "The Witches Of Eastwick", "Suspect" και "Moonstruck". Συγκεκριμένα η ερμηνεία της στην ταινία "Moonstruck" της χάρισε το όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου και ήταν μια σημαντική δικαίωση για την ίδια και την εδραίωση της στο χώρο του θεάματος.

Το 1987 υπέγραψε συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρία Geffen Records. Για το πρώτο άλμπουμ "Cher" συνεργάστηκε με τους John Bon Jovi, Michael Bolton, Richie Sambora και Desmond Child. Ο δίσκος είχε καθαρά ροκ ύφος και σημείωσε αξιόλογες πωλήσεις (πλατινένιο). Το single "I found someone" πήγε μέχρι το Νο 10 της Αμερικής και το Νο 5 της Αγγλίας, το φθινόπωρο του 1987.

Το 1989 ακολούθησε το άλμπουμ "Heart of Stone" για το οποίο συνεργάστηκε ξανά με τους Bon Jovi, Richie Sambora, Desmond Child, Michael Bolton αλλά και με την Dianne Warren. Από το άλμπουμ το πρώτο και το πιο πετυχημένο single ήταν το "If I could turn back time" που έγινε μεγάλη επιτυχία στην Αμερική φτάνοντας μέχρι το Νο 3 τον Ιούλιο του 1989 και μέχρι το Νο 6 στην Αγγλία τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Το βίντεο κλιπ λογοκρίθηκε από το MTV και από άλλα τηλεοπτικά δίκτυα λόγω της τολμηρής ενδυμασίας της Cher στο βίντεο. Από το ίδιο άλμπουμ που συνολικά πούλησε 11 εκατομμύρια αντίτυπα και έγινε 3 φορές πλατινένιο ξεχώρισαν επίσης τα τραγούδια "Just like Jesse James" και "Heart of stone" . Το 1990 ένα τραγούδι που ξεχώρισε ήταν το "The Shoop Shoop Song (It's In His Kiss)", η διασκευή της στο ομώνυμο τραγούδι της Betty Everett. Το κομμάτι πήγε στο Νο 1 και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και ήταν παράλληλα το μουσικό θέμα στην ταινία "Mermaids" (1990) που επίσης πρωταγωνιστούσε η Cher.

Το τελευταίο άλμπουμ για την Geffen Records ήταν το "Love Hurts", το 1991. Ο δίσκος σημείωσε μέτριες πωλήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, πήγε πολύ καλύτερα όμως στη Μ.Βρετανία όπου έφτασε στο Νο 1 των UK charts για 6 εβδομάδες. Τα τραγούδια που ξεχώρισαν ήταν το "Save up all your tears", "Love and Understanding" και "Love Hurts" που σημείωσαν αξιόλογη πορεία στα UK charts αλλά και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Το 1992 η Cher έκανε την "Love Hurts" περιοδεία σε ΗΠΑ και Ευρώπη που σημείωσε μεγάλη επιτυχία.

Την ίδια περίοδο κυκλοφόρησε 2 βίντεο με ασκήσεις fitness (CherFitness: A New Attitude και CherFitness: Body Confidence) που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στον τομέα τους. Τα χρόνια αυτά η Cher νόσησε από τον ιό Epstein-Barr που έγινε αιτία για ακυρώσεις σε διάφορες εμφανίσεις, shows και σε κινηματογραφικές παραγωγές. Ειδικά στο σινεμά, μετά την ταινία "Mermaids", ήταν πολύ επιφυλακτική στην επιλογή σεναρίων και απέρριψε αρκετές προτάσεις για ταινίες. Τελικά εμφανίστηκε στις ταινίες "The Player" (1992) και 'Prêt-à-Porter" (1994). Για οικονομικούς λόγους εκείνη την περίοδο αποφάσισε να πρωταγωνιστήσει σε τηλεοπτικά διαφημιστικά για διάφορα προϊόντα, κυρίως καλλυντικά. Για την επιλογή της αυτή δέχτηκε σφοδρή κριτική από τα μίντια και πολλοί πίστεψαν ότι η καριέρα της είχε ουσιαστικά τελειώσει. Η ίδια αργότερα δήλωσε για τα διαφημιστικά αυτά ότι τα έκανε καθαρά για οικονομικούς λόγους, καθώς λόγω της ασθένειάς της δε μπορούσε να εργαστεί σε πιο απαιτητικές παραγωγές. Το Μάρτιο του 1995 μαζί με την Chrissie Hynde, τη Neneh Cherry και τον Eric Clapton, η Cher πήγε ξανά στην κορυφή των βρετανικών charts με το "Love Can Build A Bridge", που ηχογραφήθηκε για φιλανθρωπικό σκοπό. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το άλμπουμ "It's a man's world" με διασκευές παλιών τραγουδιών. Ο δίσκος αν και πήρε καλές κριτικές σημείωσε χαμηλές πωλήσεις, ειδικά στις ΗΠΑ όπου δεν έγινε ούτε χρυσό. Τα singles που ξεχώρισαν ήταν το "Walking in Memphis" και "One by One" που έγιναν top ten singles στα UK charts. Το 1998 ο θάνατος του Sonny Bono στοίχισε στην Cher, η οποία δήλωσε πως είναι ο πιο αξέχαστος χαρακτήρας που γνώρισε ποτέ στην ζωή της.

Λίγο πριν το τέλος του 1998 γνώρισε τη μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας της. Ήταν με άλμπουμ "Believe" το οποίο ηχογραφήθηκε στο Λονδίνο και σημείωσε αναπάντεχη επιτυχία σε διεθνές επίπεδο, με συνολικές πωλήσεις που σήμερα έχουν ξεπεράσει τα 20 εκατομμύρια αντίτυπα. Το 23ο άλμπουμ της Cher είχε καθαρά χορευτικό ήχο και πήρε αμέσως διθυραμβικές κριτικές. Το ομώνυμο single "Believe" έγινε Νο 1 σε 25 χώρες με συνολικές πωλήσεις που αγγίζουν τα 11 εκατομμύρια αντίτυπα και κέρδισε το Grammy Award for Best Dance Recording . Στα βρετανικά charts έμεινε επί επτά ολόκληρες εβδομάδες και μέχρι σήμερα παραμένει το τραγούδι με το ρεκόρ των περισσότερων πωλήσεων στη Μεγάλη Βρετανία, από γυναίκα καλλιτέχνιδα. Την παραγωγή του κομματιού ανέλαβαν οι βετεράνοι dj Junior Vasquez και Todd Terry ενώ ολόκληρου του άλμπουμ ο Mark Taylor. Από το ίδιο άλμπουμ το Μάρτιο του 1999 ξεχώρισε και το "Strong Enough" που μπήκε στα πέντε πρώτα της Μεγάλης Βρετανίας. Το καλoκαίρι του 1999 η Cher αποφάσισε να κάνει περιοδεία μετά από αρκετά χρόνια αποχής από ζωντανές εμφανίσεις. Η "Do you Believe?" περιοδεία κράτησε αρκετούς μήνες σε ΗΠΑ και Καναδά και θεωρήθηκε εξαιρετικά επιτυχημένη. Η ΗΒΟ μαγνητοσκόπησε και πρόβαλε το show "Cher: Live in Concert - From the MGM Grand in Las Vegas" που ήταν το πρόγραμμα με την υψηλότερη τηλεθέαση της δεκαετίας για τον σταθμό.

Μέσα στο 2000 κυκλοφόρησε το "Not Commercial", ένα άλμπουμ που διανεμήθηκε αποκλειστικά μέσω internet καθώς θεωρήθηκε μη εμπορικό από τη δισκογραφική της εταιρία. Στο δεύτερο μισό του 2001 κυκλοφορεί η πολυαναμενόμενη δισκογραφική της δουλειά με τίτλο "Living Proof". Το άλμπουμ έφτασε στην 9η θέση των Billboard 200. Αν και δεν είχε την εμπορική επιτυχία του "Believe",από το άλμπουμ κυκλοφόρησαν τα τραγούδια "The music is no good without you"(UK top ten single) ,"Alive again", "A different kind of love song", "When the money is gone" που σημείωσαν αξιόλογη πορεία στα pop/dancecharts . To single "Song for the lonely" έφτασε στο Νο 85 του Billboard 100 και στο Νο 1 του Billboard Hot Dance Music/Club Play. Ανάλογες επιδόσεις είχαν τα singles και σε παγκόσμιο επίπεδο. Το καλοκαίρι του 2002 η Cher ανακοινώνει την αποχαιρετιστήρια περιοδεία της με τίτλο "Living Proof: The Farewell Tour", που σημείωσε τεράστια επιτυχία και συνολικά κράτησε 3 χρόνια, μετά από την αναπάντεχα μεγάλη προσέλευση του κοινού. Το show ήταν εξαιρετικά εντυπωσιακό και κάλυπτε τις 4 δεκαετίες της καριέρας της στη μουσική, με 15 περίπου αλλαγές εντυπωσιακών και αμφιλεγόμενων κοστουμιών, 16 χορευτές, φαντασμαγορικά ειδικά εφε και σκηνικά. Η περιοδεία ήταν η μεγαλύτερη που έκανε ως τώρα η Cher και πήγε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, στην Ασία και στην Ωκεανία (Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία). Συνολικά την περιοδεία την παρακολούθησαν 6 εκατομμύρια θεατές σε 20 περίπου χώρες και τα συνολικά έσοδα έφτασαν τα 394 εκατομμύρια δολάρια. Το αμερικανικό κανάλι ΝBC μαγνητοσκόπησε το show το 2002 στο στάδιο American Airlines Arena του Miami και η προβολή σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Το ίδιο show αργότερα κυκλοφόρησε και σε dvd (2003). Την ίδια περίοδο κυκλοφορούν επίσης 2 πολύ εμπορικά album compilations με όλη την πορεία της στην μουσική, το ένα εκ των οποίων γίνεται πολυπλατινένιο σε πολλές χώρες (The very best of Cher, 2003). Το 2008 η Cher υπέγραψε 3ετές συμβόλαιο για 200 εμφανίσεις στο Colosseum του Ceasers Palace. Η αμοιβή της έφτασε τα 180 εκατομμύρια δολάρια για 3 χρόνια. Το show ήταν εξαιρετικά εντυπωσιακό, όπως και οι προηγούμενες περιοδείες της με πολυμελή ορχήστρα, 18 χορευτές, ειδικά εφέ και πανάκριβα σκηνικά. Το 2010 προβλήθηκε στις αίθουσες η ταινία "Burlesque", όπου συμπρωταγωνίστησε με την Christina Aguilera. Η ταινία έλαβε μέτριες κριτικές και ανάλογη επιτυχία στο box office. Από το soundtrack της ταινίας ξεχώρισε το τραγούδι "You haven't seen the last of me" που κέρδισε το Golden Globe Award for Best Original Song. 

Στις 24 Νοεμβρίου 2012 η Σερ κυκλοφόρησε στο youtube το Woman's World μέσω της εταιρείας Warner Bros Records, που χαρακτηρίστηκε ως το τέλειο comeback για την Cher, εφόσον συνδυάζει την φωνή της με την χορευτική αυτή ερμηνεία. Ο νέος δίσκος της Σερ  κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2013 με τίτλο “Closer to the truth” και ακολούθησε μία παγκόσμια περιοδεία με τίτλο “Dressed to kill tour” στις αρχές του 2014 η οποία δυστυχώς ακυρώθηκε λίγους μήνες μετά για λόγους υγείας της τραγουδίστριας. Πάντως η επιστροφή της Σερ στη δισκογραφία αποτέλεσε ένα πολύ μεγάλο γεγονός για την παγκόσμια μουσική, αφού δεκάδες εκατομμύρια θαυμαστές της, περίμεναν με αγωνία εδώ και 12 ολόκληρα χρόνια για νέα δισκογραφική δουλειά. Τον Ιανουάριο του 2017 ξεκίνησε εμφανίσεις της στο Park Theater του ξενοδοχείου Monte Carlo στο Las Vegas.

Τα μέλη της γκέι κοινότητας έχουν ειδωλοποιήσει την Cher για τα κατορθώματα στην καριέρα της και την μόδα με την οποία επηρέασε, αλλά και την μακροχρόνια επιβίωσή της στον χώρο του θεάματος. Επίσης η ερμηνεία της Σερ στην ταινία Silkwood ως gay, καθώς και ο κοινωνικός και ανθρωπιστικός ακτιβισμός της όσο αφορά αυτά τα θέματα, είναι λόγοι που αναφέρεται ως gay icon. Ο γιος της, Chaz Bono, που γεννήθηκε γυναίκα, εκδήλωσε την ομοφυλοφιλία της στην ηλικία των 17.΄Αυτό δημιούργησε αρχικά στην Σερ συναισθήματα ενοχής, φόβου και πόνου. Ωστόσο, σύντομα αποδέχτηκε την σεξουαλικότητά της και ανακάλυψε πως η gay κοινότητα αντιμετωπίζει κοινωνική ανισότητα και αδικίες. Συμμετείχε με ενεργή ομιλία το 1997 στον Εθνικό Σύλλογο γονέων, φίλων και οικογενειών ομοφυλόφιλων ατόμων. Από τότε, υπάρχει ενεργή ακτιβίστρια. Στις 11 Ιουνίου 2009 το παιδί της έκανε επίσημα αλλαγή φύλου, πλέον Chaz Bono. Πολλοί δημοσιογράφοι έχουν κάνει αναφορά στη Cher ως μία από τις γυναίκες με την μεγαλύτερη επιρροή στην γκέι κοινότητα.

Η Cher έχει υπάρξει ένα από τα σπουδαιότερα είδωλα της μόδας και σύμβολα του σεξ όλων των των εποχών επηρεάζοντας πολλούς καλλιτέχνες και κυρίως τα γενικά παγκόσμια μουσικά ρεύματα του MTV, τόσο με την μουσική της όσο και με το στυλ της. Μερικοί που έχουν δηλώσει την επιρροή τους από την Cher είναι οι ακόλουθοι καλλιτέχνες : Tracy Chapman, Oprah Winfrey, Christina Aguilera, Cyndi Lauper, Gene Simmons, Meryl Streep, Anastacia, Rosie O'Donnell, Lady Gaga και Madonna.

Το 2002 το VH1 την τοποθέτησε 26η στην λίστα με τους 100 πιο σέξι ανθρώπους όλων των εποχών. Σε μια δημοσκόπηση του A&E το 2007, βγήκε 3η στην λίστα με τις πιο αγαπημένες ηθοποιούς του Hollywood όλων των εποχών.

Δισκογραφία
  • All I Really Want to Do (1965)
  • The Sonny Side of Chér (1966)
  • Cher (1966)
  • With Love, Chér (1967)
  • Backstage (1968)
  • 3614 Jackson Highway (1969)
  • Gypsys, Tramps & Thieves (1971)
  • Foxy Lady (1972)
  • Bittersweet White Light (1973)
  • Half-Breed (1973)
  • Dark Lady (1974)
  • Stars (1975)
  • I'd Rather Believe in You (1976)
  • Cherished (1977)
  • Take Me Home (1979)
  • Prisoner (1979)
  • Black Rose (1980)
  • I Paralyze (1982)
  • Cher (1987)
  • Heart of Stone (1989)
  • Love Hurts (1991)
  • If I could turn back time
  • Cher's greatest hits 1965-1992 (1992)
  • It's a Man's World (1995)
  • Believe (1998)
  • Not.com.mercial (2000)
  • Living Proof (2001)
  • The very best of Cher (2003)
  • Gold (2005)
  • Burlesque - OST (2010)
  • Closer To The Truth (2013)

Φιλμογραφία

  • 1965    Wild on the Beach       
  • 1967    Good Times       
  • 1969    Chastity       
  • 1982    Come Back to the Five and Dime, Jimmy Dean, Jimmy Dean
  • 1983    Silkwood
  • 1985    Mask
  • 1987    Suspect
  • 1987    The Witches of Eastwick
  • 1987    Moonstruck
  • 1990    Mermaids
  • 1992    The Player
  • 1994    Prêt-à-Porter
  • 1996    Faithful
  • 1999    Tea with Mussolini
  • 2003    Stuck on You
  • 2010    Burlesque
  • 2011    The Zookeeper
Πηγή: Wikipedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.